- αλέρκη
- (alerce). Δέντρο που φυτρώνει μόνο στη Χιλή. Ανήκει στην οικογένεια των κυπαρισσοειδών και φτάνει σε ύψος τα 40 μ. Έχει λευκό φλοιό και το ξύλο του χρησιμοποιείται στις οικοδομές και στην οδοποιία.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.